Το Δικαστήριο Λάρνακας έκρινε ένοχο γιατρό για την υπόθεση θανάτου του μαθητή Σταύρου Γιωργαλλή


«O κατηγορούμενος ήταν αντικειμενικά αμελής και οι πράξεις του αλόγιστες, επικίνδυνες και απερίσκεπτες. Είναι αυτονόητο και το είπαν όλοι, πως εάν εντοπιζόταν το κάταγμα τότε η πορεία νοσηλείας του Σταύρου θα ήταν διαφορετική»

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έκρινε σήμερα ένοχο τον Δρα Ηρακλή Παντελιδάκη, τον ένα από τους δύο γιατρούς που κατηγορούνταν για τον θάνατο, τον Μάϊο του 2018, του μαθητή Σταύρου Γιωργαλλή, 10 ετών από τα Κλαυδιά της επαρχίας Λάρνακας.

Συγκεκριμένα σε πολυσέλιδη απόφαση που εξέδωσε σήμερα Παρασκευή 20 Μαϊου, το Δικαστήριο έκρινε ένοχο τον γιατρό Ηρακλή Παντελιδάκη, που κατά τον επίδικο χρόνο ήταν γενικός γιατρός στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας,  ενώ αθώωσε και απάλλαξε από τις κατηγορίες τον γιατρό Κυριάκο Κυριακίδη, ο οποίος τότε ήταν Διευθυντής του τμήματος. 

Σύμφωνα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου, ο Δρ. Παντελιδάκης  έδρασε αλόγιστα, απερίσκεπτα και  επικίνδυνα και δεν μελέτησε όπως έπρεπε την ακτινογραφία του 10χρονου, όταν αυτός μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Λάρνακας μετά από ατύχημα και κτύπημα στο κεφάλι στο Δημοτικό Σχολείο Αλεθρικού.

Οι δύο γιατροί είχαν κατηγορηθεί για πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης, και πιο συγκεκριμένα ότι κατά την εξέταση του μικρού Σταύρου δεν εντόπισαν στην ακτινογραφία το κάταγμα κρανίου, παρέλειψαν να ζητήσουν γνωμάτευση από ακτινολόγο και αντί να τον θέσουν υπό παρακολούθηση, του έδωσαν εξιτήριο με αποτέλεσμα την πρόκληση του θανάτου του.

Συγκεκριμένα στα συμπεράσματα του το Δικαστήριο αναφέρει πως ο κατηγορούμενος 1 δηλαδή ο Δρ. Παντελιδάκης «είδε μόνο για μερικά δευτερόλεπτα την ακτινογραφία του 10χρονου, στην οποία απεικονιζόταν το κάταγμα, ωστόσο απέτυχε να το αναγνωρίσει. Παρά το γεγονός ότι το περιστατικό ενώπιον του ήταν κτύπημα στο κεφάλι, δεν διερεύνησε την ακτινογραφία, δεν την επεξεργάστηκε, δεν συμβουλεύτηκε ακτινολόγο και απόλυσε τον Σταύρο με οδηγίες».

Προστίθεται ακόμα ότι «όπως αποδεικνύουν τεκμήρια, ο θάνατος του Σταύρου προκλήθηκε από βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Επομένως η πρώτη επικίνδυνη, αλόγιστη, απερίσκεπτη, βεβιασμένη και αμελής πράξη που αποδίδεται στους κατηγορούμενους με το κατηγορητήριο και η οποία αποτέλεσε το εφαλτήριο των υπολοίπων ενεργειών που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο του Σταύρου, ήταν η λανθασμένη διάγνωση της ακτινογραφίας που οδήγησε σε λανθασμένη αξιολόγηση ήπιας κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης και στο εξιτήριο».  

Το Δικαστήριο σημειώνει ακόμα πως «η αποτυχία του κατηγορούμενου, να εντοπίσει το κάταγμα είχε ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει λανθασμένα το περιστατικό ως ήπια κρανιοεγκεφαλική κάκωση και να δώσει εξιτήριο. Ο κατηγορούμενος ήταν αμελής και στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε καθήκον επιμέλειας απέναντι στον Σταύρο και ανέλαβε κίνδυνο συνειδητά όταν επέλεξε να γνωματεύσει ο ίδιος την ακτινογραφία, χωρίς να ζητήσει βοήθεια από ακτινολόγο, έργο το οποίο εκτέλεσε πλημμελώς εφ’ όσον κοίταξε την ακτινογραφία για πολύ λίγο χωρίς να την επεξεργαστεί».

Αντικειμενικά, αναφέρεται στα συμπεράσματα του Σώματος «η στάση του κατηγορούμενου υπήρξε αλόγιστη, απερίσκεπτη και επικίνδυνη επειδή δεν είναι ακτινολόγος, δεν είναι νευροχειρουργός, κοίταξε πολύ σύντομα την ακτινογραφία του Σταύρου, δεν την εξέτασε με προσοχή και δεν εντόπισε το κάταγμα που απεικονιζόταν. Η λανθασμένη διάγνωση του είναι βέβαιο ότι στέρησε από τον Σταύρο το δικαίωμα της ορθής αξιολόγησης της κατάστασης της υγείας του, και την παροχή θεραπείας, παρακολούθησης ή συμβουλής, συναρτώμενων με το τι πραγματικά αντιμετώπιζε».

Στον Σταύρο «αποστερήθηκε το δικαίωμα σε ορθή νοσηλεία και η ελπίδα ανάρρωσης. Εξαιτίας της κάκωσης που είχε ο 10χρονος η κατάσταση του επιδεινώθηκε όταν έφτασε στο σπίτι του  και όταν έφτασε στο Νοσοκομείο τη δεύτερη φορά, ήταν πλέον πολύ αργά» προσθέτοντας πως οι λεπτομέρειες του αδικήματος για τον κατηγορούμενο «αποδεικνύονται όλες».

Ακόμα σημειώνεται ότι «ο κατηγορούμενος ήταν αντικειμενικά αμελής και οι πράξεις του αλόγιστες, επικίνδυνες και απερίσκεπτες. Είναι αυτονόητο και το είπαν όλοι, πως εάν εντοπιζόταν το κάταγμα τότε η πορεία νοσηλείας του Σταύρου θα ήταν διαφορετική» ενώ ο χειρισμός του περιστατικού, πού ήταν κάταγμα στο κρανίο, θα έπρεπε να είναι αντίστοιχος του τραυματισμού.  

Αναφερόμενος στον κατηγορούμενο 2, δηλαδή τον Δρ. Κυριάκο Κυριακίδη το Δικαστήριο σημειώνει πως «όλη η μαρτυρία που έχει προσφερθεί δεν τον εμπλέκει καθόλου στη διαδικασία εξέτασης και διάγνωσης της κατάστασης του Σταύρου και δεν τον συσχετίζει  καθόλου με τα επίδικα γεγονότα σε βαθμό που να προκύπτει ποινική ευθύνη του. Ο κατηγορούμενος 2 δεν ανέλαβε καμία ιατρική πράξη, δεν είχε καμία συμμετοχή ενεργή ή άλλως πως, είτε ως αυτουργός είτε ως συναυτουργός, στις πράξεις που καταγράφονται στις λεπτομέρειες του αδικήματος και από την στιγμή που δεν είδε την ακτινογραφία, δεν έκανε λανθασμένη διάγνωση και δεν εξέτασε τον Σταύρο, δεν είχε ενεργή ανάμειξη στο περιστατικό».

Το Δικαστήριο όρισε την Πέμπτη 26 Μαΐου ως ημερομηνία για αγορεύσεις για μετριασμό ποινής του κατηγορούμενου.

Υπενθυμίζεται πως ο 10χρονος μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, όταν ενώ έπαιζε καλαθόσφαιρα την ώρα της γυμναστικής στο Δημοτικό Σχολείο Αλεθρικού όπου φοιτούσε, έπεσε στο έδαφος και κτύπησε στο κεφάλι.

Αφού εξετάστηκε από τους γιατρούς του Τμήματος Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών, απολύθηκε ενώ λίγες ώρες αργότερα, η μητέρα του μετέφερε τον δεκάχρονο πίσω στο Νοσοκομείο, αφού είχε πόνους στο κεφάλι.

Ο 10χρονος είχε μεταφερθεί ακολούθως με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας όπου απεβίωσε στο χειρουργείο.

ΠΗΓΗ :ΚΥΠΕ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











2645