ΠΑΣΥΚΙ: Ο Πρύτανης, αντί να κρίνει αφ’ υψηλού τους συνδικαλιστές, να διεκδικεί μαζί τους στελέχωση


Το Διοικητικό Συμβούλιο της Παγκύπριας Συντεχνίας Κυβερνητικών Ιατρών (ΠΑΣΥΚΙ) με ανακοίνωση-επιστολή της απαντά στο άρθρο του Πρύτανη Κ. Χριστοφίδη «Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο: Ιδού η ευκαιρία!»

Αφορμή για την επιστολή μας στον τύπο, αναφέρει η ΠΑΣΥΚΙ στην ανακοίνωσή της, έδωσε το άρθρο του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου κου Κωσταντίνου Χριστοφίδη το οποίο θα χαρακτηρίζαμε επιεικώς απαράδεκτο.

*Το άρθρο έχει προφανή στόχο να παραπλανήσει άλλη μια φορά την κοινή γνώμη. Να αποποιηθεί των ευθυνών του Πανεπιστημίου.

*Η ΠΑΣΥΚΙ υπενθυμίζει παράλληλα ότι τα πανεπιστήμια θεωρούνται ως κύτταρα δημοκρατίας, οπού πλάθονται και διαμορφώνονται οι χαρακτήρες των μελλοντικών ενεργών πολίτων. Δυστυχώς προσεγγίσεις όπως οι δίκες σας κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση και προκαλούν ιδιαίτερη λύπη και ταυτόχρονα αγανάκτηση.

Ακολουθεί η ανακοίνωση:

«Το γεγονός ότι κάποιος είναι Πρύτανης ενός Πανεπιστημίου, δεν του κατοχυρώνει μόνο το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης όπως όλους άλλωστε, αλλά θα έπρεπε να τον επιφορτίζει και με το βάρος των λόγων των οποίων εκστομίζει κάτι που δεν παρατηρείτε στην περίπτωση του κου Κ. Χριστοφίδη.

Η Παγκύπρια Συντεχνία Κυβερνητικών Ιατρών θέλησε να διατηρήσει χαμηλούς τόνους χάριν της επικείμενης συνάντησης της Δευτέρας με το Πανεπιστήμιο Κύπρου για συζήτηση και επίλυση του ζητήματος των Πανεπιστημιακών Κλινικών.

Εντούτοις το δημοσίευμα του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου που διακρίνει σύγκρουση συμφερόντων συντεχνιών και κοινωνίας έχει προφανή στόχο να παραπλανήσει άλλη μια φορά την κοινή γνώμη. Να αποποιηθεί των ευθυνών του Πανεπιστημίου.

Αντί ο κος Χριστοφίδης να προσπαθεί ενδυόμενος τον μανδύα του Πρύτανη, να τοποθετείτε σε όλα τα θέματα θεωρώντας ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια, θα πρέπει εκείνος εκ μέρους του Πανεπιστημίου Κύπρου να λογοδοτήσει στην Κυπριακή κοινωνία και να εξηγήσει πως με μόνο 7 άτομα ακαδημαϊκό προσωπικό θα λειτουργήσει ιατρική σχολή που θα βάλει την Κύπρο στον παγκόσμιο χάρτη της ιατρικής και πως με μόνο 7 άτομα θα αναβαθμίσει τα κρατικά νοσηλευτήρια.

Θα πρέπει να λογοδοτήσει πως μια σχολή που ενώ οι πρώτοι καθηγητές διορίστηκαν το 2012 μόλις το 2016 προσέλαβαν αλλά 5 μέλη Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.). Δεν αναρωτήθηκαν και δεν ανησύχησαν για τον τρόπο με τον οποίο θα παρείχαν ποιοτική εκπαίδευση στους φοιτητές ιατρικής;

Και ενώ από πενταετίας απολαμβάνουν μισθούς και επιδόματα Πανεπιστημιακών Καθηγητών εντούτοις καμία πρωτοβουλία δεν έλαβαν για να προχωρήσει ο σχεδιασμός και η οργάνωση της Ιατρικής Σχολής.

Τα ζητήματα της ιατρικής σχολής θα έπρεπε να είχαν λυθεί έγκαιρα και όχι στο πάρα πέντε της έναρξης κλινικής άσκησης των φοιτητών.
Ενώ ο κος Χριστοφίδης παραδέχεται ότι «Ένα ποιοτικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο είναι συνήθως πολύ καλά στελεχωμένο και επωφελείται τα μέγιστα από τους ακαδημαϊκούς που εργάζονται σε αυτό», δεν μας εξηγεί πως θα το κάνει αυτό με 7 μόνο μέλη Δ.Ε.Π. και πότε θα προχωρήσει να προσλάβει άλλους.

Είναι έμμεση, όμως σαφής η παραδοχή του, ότι αφού η Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου έχει ΜΟΝΟ 7 μέλη Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού, οι νοσοκομειακοί ιατροί που προσμένει ότι θα στηρίξουν την ιατρική σχολή, έχουν ποιότητα και γνώση.

Να πούμε επίσης στο κο Χριστοφίδη ότι θα έπρεπε, αντί να κρίνει αφ’ υψηλού τους συνδικαλιστές, να ήταν στην πρώτη γραμμή και να διεκδικεί μαζί τους στελέχωση για καλύτερη παροχή φροντίδας υγείας προς τους πολίτες και καλύτερη εκπαίδευση στους νέους ιατρούς.

Θα συμφωνήσουμε ότι «Το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο είναι το πιο βασικό συστατικό μιας Ιατρικής Σχολής. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει ιατρική εκπαίδευση. Τελεία» και ότι η «διδασκαλία παρά των κλινών των ασθενών» είναι σημαντικότατη. Απλά υπενθυμίζουμε στον κο Πρύτανηότι «οι αντιδρώντες» είναι απόφοιτοι τέτοιων ιατρικών σχολών, και έχουν ιδίαν εμπειρία και το πιθανότερο αντιλαμβάνονται καλυτέρα από οποιοδήποτε άλλο τι σημαίνει ιατρική εκπαίδευση πάρα των κλινών των ασθενών. Το ερώτημα είναι αν στον ίδιο βαθμό υπάρχει εκ μέρους του Πανεπιστήμιου η ίδια αντίληψη και έχει σχεδιάσει και εφαρμόσει μέτρα προς την κατεύθυνση αυτή.

Όταν αποφασίζεται η οργάνωση μιας σχολής σε ένα πανεπιστήμιο προηγείται μια σοβαρή μελέτη που θεωρούμε ότι υπάρχει και σε αυτήν την περίπτωση.

Προκύπτουν όμως αβίαστα μια σειρά ερωτημάτων που πρέπει να απαντήσει ο Κος Χριστοφίδης

  1. 1. Πόσα μέλη Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) χρειάζεται για να λειτουργήσει η ιατρική σχολή;
  2. 2. Τι άλλες παραμέτρους θα έπρεπε να έχει λάβει υπόψη και δεν τους σχολιάζει καν;
  3. 3. Τι εισηγείται η μελέτη που έχει το πανεπιστήμιο Κύπρου για τον τρόπο συνεργασίας με νοσοκομειακούς ιατρούς;
  4. 4. Που ήταν οι αρμόδιοι τα τελευταία 3 χρόνια που οι φοιτητές διδάσκονταν στα προ κλινικά έτη και δεν οργάνωσαν την κλινική εκπαίδευση;
  5. 5. Ποιος εκμεταλλεύεται και καπηλεύεται σήμερα το μέλλον αυτών των φοιτητών για να εκβιάσει την πριμοδότηση του από το κράτος με νοσοκομεία, κλινικές, άψυχο και έμψυχο υλικό?
  6. 6. Γιατί φτάσαμε 4 χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας της Ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου να μην υπάρχει επαρκής αριθμός Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού;
  7. 7. Γιατί δεν υπάρχουν καθηγητές στις βασικές ειδικότητες, Χειρουργικής και Παθολογίας ?
  8. 8. Γιατί δεν έγινε νωρίτερα διαβούλευση με όλους τους εμπλεκομένους ώστε να εξευρεθεί μια λύση έγκαιρα στο πρόβλημα και ποιος ευθύνεται γι’ αυτή την καθυστέρηση?
  9. 9. Ποιος αποφάσισε δεκαπενταύγουστο να ανακοινώσει ένα Συμφωνητικό που υπεγράφη παράτυπα είκοσι μέρες πριν και γιατί επέλεξε περίοδο παραθερισμού για να το πράξει?
  10. 10. Γιατί μεθόδευαν την σύμπραξη του Πανεπιστημίου με τον ιδιωτικό τομέα εις βάρος του Κύπριου φορολογούμενου και πως θεωρεί ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το ρόλο;
  11. 11. Πως φτάσαμε να θεωρούν κάποιοι πως η αυθαιρεσία και το προσωπικό συμφέρον υπερέχουν των νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας;

Συμφωνούμε με τον κο Πρύτανη ότι «οι ακαδημαϊκοί, διδάσκουν τους φοιτητές Ιατρικής και διεξάγουν έρευνα, είτε σε ιατρικά εργαστήρια είτε συλλέγοντας επιστημονικές πληροφορίες από την καθημερινή τους ιατρική άσκηση» και ότι όσοι γιατροί εργάζονται σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία χωρίς να είναι ακαδημαϊκοί, αναμένεται επίσης να διδάσκουν, εφόσον το επιθυμούν. «Ενδέχεται, μάλιστα, πολλοί από αυτούς να διεξάγουν έρευνα και να δημοσιεύουν τα αποτελέσματά τους σε ακαδημαϊκά περιοδικά». Θα θέλαμε όμως να τονίσουμε ότι οι ακαδημαϊκοί και όλοι οι συνάδελφοι έχουν υποχρέωση να τους μεταφέρουν το ήθος, την δεοντολογία και την αγάπη που θα πρέπει να έχει ένας ιατρός για τον ασθενή τους και να τους διδάξουν να έχουν την αξιοπρέπεια, να παλεύουν για τον ασθενή και το λειτούργημα τους. Όπως η κλινική άσκηση γίνεται παρά της κλίνης και η διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων συναδέλφων είναι στάση ζωής που θα έπρεπε εσείς να το κάνετε αγαπητέ Πρύτανη.

Αφού όμως εσείς έχετε άλλες προτεραιότητες οι νοσοκομειακοί ιατροί θα φροντίσουν να το μάθουν οι νέοι συνάδελφοι καιεπομένως να δημιουργήσουν ένα Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, ένα ίδρυμα, στο οποίο το ακαδημαϊκό έργο και η κλινική άσκηση συνδέονται άμεσα προς όφελος των ασθενών και, βεβαίως, των αυριανών γιατρών (των φοιτητών).

Οι Κυβερνητικοί Ιατροί ήταν οι μόνοι που έδειξαν πραγματικό και ανιδιοτελές ενδιαφέρων για να διδάξουν αφιλοκερδώς και χωρίς δάφνες και περγαμηνές τους φοιτητές ιατρικής.

Το γενικό συμφέρον, το συμφέρον των δημοσίων νοσοκομείων, της κοινωνίας και των πολιτών είναι η ενδυνάμωση των κρατικών νοσηλευτηρίων ώστε να παραμείνουν οι στυλοβάτες της Δημόσιας Υγείας. Λίγη αιδώς κύριοι του Πανεπιστημίου Κύπρου δεν βλάφτει!

«Κάποιοι κατηγορούν το Πανεπιστήμιο Κύπρου ότι θέλει να επιβληθεί και να οικειοποιηθεί τα κρατικά νοσηλευτήρια. Κάτι τέτοιο, κατηγορηματικά, δεν ισχύει». Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τα κρατικά νοσοκομεία δεν μας ανήκουν (πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά;) –ανήκουν σε ολόκληρη την κοινωνία, η οποία τα διαχειρίζεται μέσω της εκάστοτε εκλελεγμένης κυβέρνησης.

«Αυτό που ζητούμε είναι συνεργασία με τα κρατικά νοσοκομεία για αμοιβαίο όφελος όλων των εμπλεκομένων –των ασθενών, των φοιτητών και της επιστημονικής έρευνας. Όπως συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, θέλουμε να συνεργαστούμε με τα κρατικά νοσοκομεία γιατί γνωρίζουμε καλά ότι οι συνέργειες που θα δημιουργηθούν θα προσδώσουν μια καινούργια διάσταση στην παροχή υγείας στη χώρα μας». Γιατί τότε κύριε Πρύτανη επιμελώς αρνηθήκατε την διεξαγωγή διαλόγου με τους ιδίους τους γιατρούς των δημοσίων νοσηλευτηρίων μέσω των φορέων τους; Γιατί αποδεχτήκατε μέσω του μνημονίου συνεργασίας να καταπατηθεί η ισχύουσα νομοθεσία που ισχύει για συνάδελφους ιατρούς των πανεπιστημιακών ιατρών; Γιατί δεν επιλύσατε έγκαιρα το πρόβλημα αυτό, αλλά προσπαθήσατε να επιβάλλεται την δική σας λύση μέσω ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων, χρησιμοποιώντας μάλιστα τους φοιτητές που σε τίποτα δεν έχουν ευθύνη, εκτός από το ότι σας έχουν εμπιστευτεί, ότι θα τους παρέχεται σωστές συνθήκες εκπαίδευσης.

«Βεβαίως οι πανεπιστημιακοί γιατροί χρειάζεται να δείξουν μετριοπάθεια και ταπεινοφροσύνη, στο μέτρο, ιδιαίτερα, που θα αρχίσουν να συνεργάζονται με έναν ιστορικό θεσμό της χώρας μας. Όχι μόνο γιατί ο θεσμός αυτός έχει τις δικές του συνήθειες, αλλά και γιατί αξίζει τον οφειλόμενο σεβασμό του «νέου» προς τον «παλιό». Το Γενικό Νοσοκομείο είναι ένας θεσμός που, ακόμη και με τις αδυναμίες του, αποτελεί κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας, που στάθηκε δίπλα στους Κύπριους πολίτες στις πιο τραγικές και δύσκολες ώρες της ιστορίας μας». Χαιρετίζουμε την παραδοχή αυτή, που θεωρούμε ότι θα έπρεπε να ήταν η αρχή της οποιασδήποτε σωστής συνεργασίας μεταξύ των ιατρών των δημοσίων νοσηλευτηρίων και της ιατρικής σχολής του ΠΚ, η οποία με την σειρά της θα έδινε την απαραίτητη ώθηση του εγχειρήματος και θα διασφάλιζε στον μέγιστο βαθμό την επιτυχία της όλης διαδικασίας.

«Ο τομέας της υγείας, όπως και της παιδείας, είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικός. Στο βαθμό στον οποίο πρόκειται για πολύ σημαντικούς τομείς, οι οποίοι παρέχουν δύο από τα σημαντικότερα κοινωνικά αγαθά, χρηματοδοτούμενοι από τον φορολογούμενο πολίτη, πρέπει να διαθέτουν μηχανισμούς διαρκούς ανανέωσης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Διαφορετικά, τα δημόσια αγαθά απαξιώνονται και το δημόσιο χρήμα σπαταλιέται». Ο «ανταγωνισμός» στον τομέα της υγείας θα πρέπει να γίνεται πρωτίστως αντιληπτός σε επίπεδο ποιότητας και όχι να λαμβάνει χαρακτήρα μόνο οικονομικής προσέγγισης. Ο πολιτισμός ενός κράτους αποδεικνύεται μέσω της ποιότητας φροντίδας υγείας που παρέχει προς τους πολίτες του.

Τελειώνοντας όμως κύριε Πρύτανη θα θέλαμε να σας υπενθυμίσουμε ότι τα πανεπιστήμια θεωρούνται ως κύτταρα δημοκρατίας, οπού πλάθονται και διαμορφώνονται οι χαρακτήρες των μελλοντικών ενεργών πολίτων.

Δυστυχώς προσεγγίσεις όπως οι δίκες σας κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση και προκαλούν ιδιαίτερη λύπη και ταυτόχρονα αγανάκτηση».




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











322