«Νεκρολούλουδα»: Για τον Λευτέρη


ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Φ. ΙΩΑΝΝΙΔΗ*

Τελικά υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που θαρρείς δεν είναι φτιαγμένοι από σάρκα και οστά. Είναι σαν τις ιδέες, άυλοι κι ανίκητοι. Ένας τέτοιος άνθρωπος, όμορφος και χαρισματικός, έφυγε για το ύστερο ταξίδι πριν από 40 περίπου μέρες. Ήταν φίλος μου και τον έλεγαν Λευτέρη.

Η ψυχή του ήταν γεμάτη από αγάπη για τον πλησίον του και σε αυτόν αφιέρωσε όλη του τη ζωή. Ήθελε να απαλύνει τον πόνο του, να ανακουφίζει τις πληγές του, να τον παρηγορεί με τον λόγο του. Γι’ αυτό και αποφάσισε να γίνει γιατρός. Με όπλο την ισχυρή του θέληση και με πολλούς κόπους και θυσίες κατάφερε να φύγει από το Τρίκωμο, τη γενέτειρά του, και να μεταβεί στην Ελλάδα, από όπου αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στην Καρδιολογία και την Παθολογία. Εργάστηκε σε διάφορα κρατικά νοσοκομεία της Ελλάδας, αλλά το μεράκι του ήταν να μπορέσει να προσφέρει πίσω στον τόπο του, την Κύπρο.

Όταν επέστρεψε στην πατρώα γη το 1982, εργάστηκε σε διάφορα αγροτικά κέντρα με πρώτο εκείνο της Αθηένου όπου υπηρέτησε για 15 ολόκληρα χρόνια. Συνδέθηκε και ανέπτυξε φιλίες με τους κατοίκους της περιοχής σε τέτοιο βαθμό που τον θεωρούσαν συγχωριανό τους, ενώ η μεγάλη ιατρική και κοινωνική του προσφορά οδήγησε στην ανακήρυξή του ως επίτιμου δημότη της Αθηένου. Ανέλαβε διάφορες θέσεις στη δημόσια υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης της παραμονής τους για πολλά χρόνια στο Τμήμα Ατυχημάτων και Πρώτων Βοηθειών (ΤΑΕΠ).

Δεν αρνήθηκε ποτέ βοήθεια εκεί όπου μπορούσε να την προσφέρει. Συνάνθρωποί του, κάθε ηλικίας και τάξης, μοναχικοί και ανήμποροι αλλά και άλλοι πιο εύποροι προσέτρεχαν κοντά του, αναζητώντας τη φροντίδα του. Κι εκείνος τους προσέγγιζε με καταδεκτικότητα και απλότητα, προσφέροντάς τους βοήθεια και συμπαράσταση και δίδοντάς τους κουράγιο στις δύσκολες στιγμές του πόνου και της αγωνίας που περνούσαν. Δεν τον ενδιέφεραν τα υλικά ανταλλάγματα. Του αρκούσαν το χαμόγελο και η ευγνωμοσύνη που έβλεπε να ζωγραφίζονται στα πρόσωπά τους. Αυτή ήταν η μεγαλύτερή του ανταμοιβή.

Πιστός συνοδοιπόρος του στη ζωή ήταν η οικογένειά του, η πολυαγαπημένη σύζυγος και τα παιδιά του, με τους οποίους μοιράστηκε την ίδια ανυστερόβουλη αγάπη για προσφορά προς τους πάσχοντες. Έτσι ενωμένοι, σαν μια γροθιά, παρέμειναν πάντα και στις χαρές και στις λύπες, στις όμορφες και στις άσχημες στιγμές.

Ήρθε κάποτε και μια στιγμή, η δυσκολότερη από όλες, που η σκληρή μοίρα χτύπησε την πόρτα του φίλου μου του Λευτέρη. Εκείνος υπέφερε καρτερικά και με αξιοπρέπεια τα χτυπήματά της, χωρίς να εκδηλώνει τον πόνο του. Δε λύγισε στιγμή μπροστά στο τέλος που πλησίαζε και, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει, προσπαθούσε να βοηθήσει τους ασθενείς που τον επισκέπτονταν στο ιατρείο του. Μέχρι που η αρρώστια τον κατέβαλε και έφτασε η ώρα να ξεκουραστεί.

Νιώθω ευλογημένος που σε γνώρισα, φίλε μου... Κι αν ο πόνος που μου προκαλεί η απουσία σου είναι τώρα βαρύς, βρίσκω παρηγοριά στη θλίψη μου γιατί ξέρω πως θα ζεις πάντοτε μες στη μνήμη μου και σε εκείνη όλων των ανθρώπων που σ’ αγάπησαν. Ένα αναμμένο κερί και λίγα λουλούδια σου αφήνω συντροφιά για το μακρινό ταξίδι σου.

Στο καλό…

*Πρώην Εκπαιδευτικός




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











1241