Με ανακοίνωσή της η Παιδιατρική Εταιρεία Κύπρου:
«Τα ζητήματα δημόσιας υγείας δεν προσφέρονται ούτε για αντιπαραθέσεις ούτε για «τελεσίγραφα» σε ότι αφορά την πληροφόρηση των πολιτών, που δικαιούνται να γνωρίζουν τις πραγματικότητες που τους αφορούν.
Θεωρούμε δε αβάσιμες, προσβλητικές και ατυχείς τις επικρίσεις περί προσπάθειας παραπληροφόρησης τις οποίες και απορρίπτουμε κατηγορηματικά.
Τέτοιες πρακτικές δεν εξυπηρετούν τους μηχανισμούς επίλυσης προβλημάτων για το καλώς νοούμενο συμφέρον των πολιτών.
Η ενημέρωση του κοινού, πηγάζει μέσα από το καθήκον μας ως ιατροί να προασπιζόμαστε τη δημόσια υγεία. Στόχος μας είναι εκεί και όπου εντοπίζουμε παθογένειες, ελλιπή πληροφόρηση και ανεφάρμοστους σχεδιασμούς να παρεμβαίνουμε ασκώντας την δέουσα πίεση στο καθ' ύλην αρμόδιο Υπουργείο Υγείας ώστε να μεριμνήσει για την λήψη διορθωτικών μέτρων. Ως επιστημονικό σώμα δηλώσαμε επανειλημμένως πως ουδεμία πρόθεση άγονης διαμάχης είχαμε ή έχουμε αλλά και δεν ανεχόμαστε απαξιωτικές και αναληθείς αναφορές που θίγουν το κύρος και την αξιοπρέπεια του παιδιατρικού κόσμου.
Δυστυχώς, αντί απαντήσεων ώστε να εξευρεθούν λύσεις, λαμβάνουμε εκ μέρους του Υπουργείου την επίμονη επίκληση της Εθνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής, κάτι που αποτελεί απλά μια πρόφαση καθώς η ευθύνη των τελικών αποφάσεων ανήκει στο ίδιο το Υπουργείο και όχι σε Συμβουλευτικές Επιτροπές.
Οι θέσεις και οι απόψεις της ΠΕΚ σε ότι αφορά την κατάσταση που επικρατεί με τους εμβολιασμούς στηρίζονται σε δεδομένα και γεγονότα.
Επι της ουσίας. Είναι γεγονός ότι:
Η μόνιμη επίκληση μας στην αναγκαιότητα συστράτευσης προκειμένου να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή και έγκαιρη εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού έναντι της εποχικής γρίπης έχει να κάνει με το θέμα της ασφάλειας ως προς την χορήγηση των εμβολίων δεδομένης της ύπαρξης της πανδημίας και της αναγκαιότητας αυστηρής τήρησης των υγειονομικών πρωτοκόλλων. Το θέμα επομένως δεν αφορά την διαπροσωπική σχέση ιατρού-ασθενούς την οποία πρώτοι εμείς είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε, αλλά τον έγκαιρο και ασφαλή εμβολιασμό των παιδιών μας σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, σε περιβάλλον πανδημίας και συνύπαρξης και άλλων ιογενών λοιμώξεων οι οποίες όπως εύκολα κάποιος μπορεί να αντιληφθεί αποτελούν και ύψιστη προτεραιότητα ως προς τη διαχείριση τους.
Επανακαταθέτουμε την σταθερή μας θέση ότι παραμένουμε στη διάθεση του Υπουργείου, με γνώμονα την ουσιαστική συμβολή στη λήψη σημαντικών αποφάσεων που αφορούν παιδιατρικά ζητήματα. Είναι υποχρέωση μας προς τα παιδιά και τους γονείς. Εμείς άλλωστε είναι που καλούμαστε να εφαρμόσουμε αυτές τις αποφάσεις. Οι καιροί άλλαξαν και οι προκλήσεις είναι πολλές. Δεν ζητούμε εκχώρηση καθηκόντων αλλά συλλογικότητα. Ετσιθελικές τοποθετήσεις θα μας βρίσκουν πάντοτε αντίθετους. Αν το ΥΥ επιθυμεί την εποικοδομητική συνεργασία και συνεισφορά της παιδιατρικής κοινότητας ώστε έγκαιρα να διαμορφώνονται οι ορθότερες αποφάσεις, θα πρέπει έμπρακτα να αποδείξει ότι σέβεται τον θεσμικό μας ρόλο».