Nέα θεραπεία για την ηπατίτιδα C- Αναγκαία η έγκαιρη η διάγνωση


ΑΘΗΝΑ- Εφικτή θεωρείται πλέον η πλήρης ίαση της ηπατίτιδας C χάρη στα νέα θεραπευτικά σχήματα που είναι διαθέσιμα και στην Ελλάδα. Ωστόσο, η διάγνωση και η έναρξη της θεραπείας πρέπει να γίνει εγκαίρως. Ζητούμενο ωστόσο παραμένει στην Ελλάδα το υψηλό κόστος των νέων θεραπειών και η κάλυψη του από τα ασφαλιστικά ταμεία, συνδυαστικά με τα μεγάλα κενά στον εντοπισμό των ομάδων υψηλού κινδύνου. Πάντως, από τον περασμένο Σεπτέμβριο λειτουργεί ήδη το πρώτο Μητρώο Καταγραφής Ασθενών με Ηπατίτιδα C, με υποχρεωτική εγγραφή εκείνων που λαμβάνουν θεραπεία μέσω ΕΟΠΥΥ.

Η ηπατίτιδα C, μια λοιμώδης νόσος που προσβάλει το ήπαρ προκαλώντας φλεγμονή και νέκρωση του ιστού, οφείλεται στον ιό της ηπατίτιδας C (HCV), ο οποίος ανακαλύφθηκε μόλις το 1989. Έχουν ανακαλυφθεί έξι τύποι του ιού (γονότυποι), οι οποίοι απαντώνται με διαφορετική συχνότητα σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου. Οι γονότυποι του ιού της ηπατίτιδας C διαφέρουν ως προς την επιδημιολογία και την ανταπόκρισή τους στη θεραπεία.

Ο Γονότυπος 1 (GT 1) (με υποτύπους 1a και 1b) είναι ο συχνότερος γονότυπος, καθώς ευθύνεται για το 60% των λοιμώξεων, παγκοσμίως. Ο υπότυπος 1a παρουσιάζει υψηλότερο επιπολασμό στις ΗΠΑ, ενώ ο υπότυπος 1b στην Ευρώπη. Ο Γονότυπος 2 (GT 2) απαντάται κυρίως στη Δυτική Αφρική, ο Γονότυπος 3 (GT 3) παρουσιάζει μεγάλο επιπολασμό και μεταβλητή κατανομή σε διάφορα κράτη, ο Γονότυπος 4 (GT 4) απαντάται κυρίως σε Μέση Ανατολή, Αίγυπτο και Κεντρική Αφρική, ο Γονότυπος 5 (GT 5) απαντάται σχεδόν αποκλειστικά στη Νότια Αφρική και ο Γονότυπος 6 (GT 6): απαντάται στην Ασία. Στην Ελλάδα κυρίαρχοι γονότυποι είναι οι GT 1 (44%), GT 3 (35%, κυρίως χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών) και GT 4 (15%).

Η ηπατίτιδα C μεταδίδεται κυρίως με την επαφή του ατόμου με μολυσμένο αίμα ή παράγωγα αίματος. Ο ιός της ηπατίτιδας C δεν μπορεί να μεταδοθεί μέσω του φτερνίσματος, του βήχα, των τροφίμων ή του νερού, της κοινής χρήσης πιάτων και ποτηριών, αλλά ούτε και μέσω των καθημερινών επαφών, όπως το φιλί, η χειραψία και το αγκάλιασμα. Από το 1992, στα περισσότερα κράτη, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας, γίνεται έλεγχος των αιμοδοτών καθώς και των προϊόντων αίματος για τον ιό της ηπατίτιδας C.

Δεδομένου ότι περισσότεροι από 350.000 άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως από αιτίες που σχετίζονται με τη νόσο, αποτελεί μείζον πρόβλημα υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ασθενείςα υπολογίζονται πάνω από 160 εκατομμύρια σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ στην Ελλάδα οι πάσχοντες είναι περίπου 167.000, σύμφωνα με καταγραφή του 2014. Απ' αυτούς μόνο οι 32.000 είναι διαγνωσμένοι, ενώ σε θεραπεία υποβάλλονται 13.500. Οι νέες λοιμώξεις κάθε χρόνο υπολογίζονται σε 3.500.

Εξαιτίας της ασυμπτωματικής, σε μεγάλο βαθμό, φύσης της νόσου (80% δεν παρουσιάζει συμπτώματα), μεγάλο ποσοστό των ασθενών δεν γνωρίζει ότι πάσχει, με αποτέλεσμα η ηπατίτιδα C να αποτελεί την κύρια αιτία μεταμόσχευσης ήπατος και ηπατοκυτταρικού καρκίνου, παγκοσμίως. Μεταξύ 10-40% των ασθενών με χρόνια λοίμωξη HCV θα παρουσιάσει κίρρωση, ενώ περίπου 10%-15% των προσβεβλημένων με HCV θα αναπτύξει κίρρωση εντός των πρώτων 20 ετών από τη λοίμωξη. Το ποσοστό θνησιμότητας κατά το πρώτο έτος από την εμφάνιση καρκίνου του ήπατος που σχετίζεται με την ηπατίτιδα C είναι 33%.

Σύμφωνα με πρόσφατη αναδρομική μελέτη που ανακοινώθηκε στο 14ο Πανελλήνιο Ηπατολογικο Συνέδριο (Μάιος 2015), στην οποία συμπεριλήφθηκαν 146 ασθενείς με χρόνια ΗCV λοίμωξη, οι οποίοι παρακολουθούνται σε δύο εξειδικευμένα κέντρα, φάνηκε ότι η Ελληνική Πολιτεία δαπανά συνολικά κατά μέσο όρο για την παρακολούθηση:
- Κάθε ασθενή με χρόνια HCV σταδίου ίνωσης F3-F4: €13.000
- Κάθε ασθενή με χρόνια HCV σταδίου ίνωσης F4 με μη-αντιρροπούμενη κίρρωση: €30.000
- Κάθε ασθενή με ηπατοκυτταρικό καρκίνο: €48.000

Σε εξατομικευμένες περιπτώσεις, το κόστος εκτοξεύεται σε €81.000, €55.000 και €200.000 για ασθενείς των ίδιων σταδίων ίνωσης. Τα προαναφερόμενα κόστη αφορούν το σύνολο δαπανών νοσηλείας, εξετάσεων και φαρμακευτικής αγωγής με παλαιότερης γενιάς σκευάσματα με μικρά ποσοστά ίασης και εκδήλωση πολλών και σοβαρών παρενεργειών, που συχνά οδηγούν στη διακοπή της αγωγής.

Συνεπώς, πρόκειται για μια ακριβή νόσο, που η μέχρι στιγμής αδυναμία καταγραφής του συνόλου των δαπανών ανά ασθενή, δεν έχει επιτρέψει τον υπολογισμό του συνόλου των δαπανών του συστήματος.

H ηπατίτιδα C είναι σήμερα ιάσιμη

Μια νέα συνδυαστική θεραπεία, που εγκρίθηκε τον περασμένο Μάρτιο και στην Ελλάδα για ασθενείς με χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας C γονοτύπου 1 και 4 (συμπεριλαμβανομένων όσων παρουσιάζουν αντιρροπούμενη κίρρωση του ήπατος, συλλοίμωξη με HIV-1, ασθενών που λαμβάνουν θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών και ασθενών που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση ήπατος) έρχεται να αλλάξει ουσιαστικά την κατάσταση. Αρκεί βέβαια να εκδοθεί άμεσα το νέο Δελτίο Τιμών και να μην χρειαστεί περισσότερους από τρεις μήνες για να ενταχθεί στη λίστα των αποζημιούμενων φαρμάκων από τα ασφαλιστικά ταμεία.

Το τρίμηνο θεραπευτικό σχήμα λαμβάνεται αποκλειστικά από το στόμα και απαρτίζεται από δισκία ομπιτασβίρης-παριταπρεβίρης-ριτοναβίρης και δισκία ντασαμπουβίρης, με ή χωρίς ριμπαβιρίνη και οδηγεί σε ίαση άνω του 95% των ασθενών. Οι παρενέργειες είναι ελάχιστες και ήπιες με αποτέλεσμα μόλις το 0,2% των ασθενών να διακόπτει την αγωγή.

Πρωταρχικός στόχος της θεραπείας είναι η επίτευξη «ιολογικής ίασης», που σημαίνει ότι ο ιός δεν μπορεί πλέον να ανιχνευθεί ή να προσδιοριστεί ποσοτικά στο αίμα ενός ατόμου μετά την ολοκλήρωση ενός πλήρους κύκλου θεραπείας.

Το νοσοκομειακό κόστος εκτιμάται στα 35.7000€ για τον GT 1 και στα 32.800€ για τον GT 4. Η έγκριση της σχετικής δαπάνης γίνεται από ειδική επιτροπή του ΕΟΠΥΥ για τα Φάρμακα Υψηλού Κόστους και ανάλογα με τη σοβαρότητα έκαστου ασθενή (έκταση της ηπατικής βλάβης, άλλες νόσοι από τις οποίες μπορεί να πάσχει ο ασθενής, η ποσότητα του ιού στον οργανισμό και ο γονότυπος του ιού).

Οι παθογένειες του ελληνικού συστήματος υγείας

Κι ενώ η επιστημονική πρόοδος παρέχει πλέον την αισιόδοξη προοπτικής της πλήρους εξάλειψης του ιού της ηπατίτιδας C μέχρι το 2020, στην Ελλάδα δυστυχώς η λειτουργία του Μητρώου Καταγραφής Ασθενών με τη νόσο είναι μόνο το πρώτο βήμα από τα πολλά που πρέπει να γίνουν.

Εν μέσω οικονομικής κρίσης και εκτέλεσης ενός ασφυκτικού μνημονιακού προγράμματος, τα ασφαλιστικά ταμεία πρέπει να πεισθούν να καλύψουν το οικονομικό κόστος της νέας θεραπείας. Πάντως, ο ΕΟΠΥΥ δεν καλύπτει καν το κόστος των 500€ για τη διάγνωση της λοίμωξης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι ηπατολόγοι, ιδιώτες και μη, που απασχολούνται στα 25 ηπατολογικά κέντρα που διαθέτει η χώρα μας, να απευθύνονται σε φαρμακευτικές εταιρείες για την κάλυψη του κόστους των διαγνωστικών εξετάσεων.

Επιπλέον, σε ιδιωτική πρωτοβουλία φορέων σχετικών με τη νόσο, εναπόκειται και η υποστήριξη των ασθενών με ηπατίτιδα C, τόσο κατά τη διάρκεια της θεραπείας, όσο και μετά προκειμένου να ανταπεξέλθουν στο σωματικό και ψυχικό φορτίο της νόσου.

Σε μελέτη που έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 σε 73 χώρες, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, διαπιστώθηκε ότι ένας στους τρεις ασθενείς αναφέρει σωματικές επιπτώσεις από τη νόσο, το 87% που αποκάλυψε στον κοινωνικό περίγυρό του ότι πάσχει από ηπατίτιδα C αντιμετωπίστηκε αρνητικά και βιώσε τον κοινωνικό στιγματισμό σε επαγγελματικό και κοινωνικό επίπεδο.

Συνεπώς, κρίνεται αναγκαία η θέσπιση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για τον εντοπισμό και την αξιολόγηση των ασθενών, την αποζημίωση των φαρμάκων, τη διαπραγμάτευση των τιμών και την καταγραφή-αντιμετώπιση των κενών και εμποδίων ως προς την παροχή φροντίδας, με άμεση εμπλοκή των ίδιων των ασθενών στα κέντρα λήψης των αποφάσεων.

ΠΗΓΗ: in.gr




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











314