ΙΝΓΚ: Γονίδια BRCA και καρκίνος ωοθηκών


Ο καρκίνος των ωοθηκών είναι ο όγδοος πιο συχνός καρκίνος και η όγδοη αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες παγκοσμίως. Ειδικότερα στους γυναικολογικούς καρκίνους, ο καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί την τρίτη σε συχνότητα νεοπλασία αλλά ταυτόχρονα αυτή με τη μεγαλύτερη θνησιμότητα.

Υπολογίζεται ότι γύρω στο 1/5 του συνόλου των περιστατικών καρκίνου των ωοθηκών έχει κληρονομική βάση γεγονός που τον καθιστά ως τον καρκίνο με το μεγαλύτερο ποσοστό κληρονομικού υποβάθρου. Τα κυριότερα γονίδια τα οποία συνδέονται με τον κληρονομικό καρκίνο των ωοθηκών είναι τα BRCA1 και BRCA2. O εκτιμώμενος δια βίου κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών για γυναίκες που φέρουν γαμετική μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA1 είναι γύρω στο 44%, ενώ για εκείνες που φέρουν γαμετική μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA2, ο κίνδυνος αυτός υπολογίζεται γύρω στο 17%. Πρόσφατες μελέτες έχουν εντοπίσει τουλάχιστον ακόμα 15 γονίδια, μεταλλάξεις στα οποία προσδίδουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών.

Σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες NCCN (National Comprehensive Cancer Network), όλες οι γυναίκες που διαγιγνώσκονται με καρκίνωμα των ωοθηκών, ανεξαρτήτως ηλικίας διάγνωσης και οικογενειακού ιστορικού, πρέπει να παραπέμπονται για γενετική συμβουλευτική και αν επιθυμούν γονιδιακό έλεγχο. Ο γονιδιακός έλεγχος για μεταλλάξεις που σχετίζονται με τον κληρονομικό καρκίνο των ωοθηκών γίνεται σε γενετικό υλικό (DNA) το οποίο απομονώνεται από ολικό αίμα.

Σε κυτταρικό επίπεδο, τα γονίδια BRCA1 και BRCA2 συμμετέχουν στην επιδιόρθωση βλαβών του DNA μέσω του μηχανισμού του ομόλογου ανασυνδυασμού. Τα τελευταία χρόνια μέσω μελετών που είχαν ως στόχο τη διερεύνηση της μοριακής «υπογραφής» του καρκίνου των ωοθηκών έχει αναδειχθεί η σημασία της παρουσίας επίκτητων (σωματικών) μεταλλάξεων στα δυο αυτά γονίδια οι οποίες προσδίδουν μια ιδιαίτερη «υπογραφή» στα καρκινικά κύτταρα που τις φέρουν. Πιο συγκεκριμένα, οι σωματικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 οδηγούν στην απώλεια λειτουργίας του μονοπατιού επιδιόρθωσης βλαβών του DNA μέσω ομόλογου ανασυνδυασμού, με αποτέλεσμα τα καρκινικά κύτταρα να επιδεικνύουν ιδιαίτερη ευαισθησία σε μια ομάδα φαρμάκων, τους αναστολείς της πολυμεράσης της πολυαδενοφωσφορικής ριβόζης (PARP inhibitors). Η νέα αυτή ομάδα φαρμάκων έχει προστεθεί στη θεραπευτική φαρέτρα για αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών και χορηγείται σε ασθενείς με μεταλλάξεις, γαμετικές ή σωματικές, στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 με ελπιδοφόρα αποτελέσματα και μακροχρόνιες ανταποκρίσεις.

Το Τμήμα Ηλεκτρονικού Μικροσκοπίου/Μοριακής Παθολογίας του ΙΝΓΚ στα πλαίσια των διαγνωστικών του υπηρεσιών προς τους ασθενείς με καρκίνο των ωοθηκών προσφέρει έλεγχο του καρκινικού ιστού με στόχο την ταυτοποίηση αυτών των ασθενών που δυνητικά θα επωφεληθούν από τη χρήση αναστολέων PARP. Η διαδικασία περιλαμβάνει την απομόνωση γενετικού υλικού από το μονιμοποιημένο σε παραφίνη όγκο και την ανάλυση των γονιδίων BRCA1 και BRCA2 με αλληλούχιση νέας γενιάς (Next Generation Sequencing). Η διεθνής βιβλιογραφία αναφέρει ότι ένα ποσοστό της τάξης του 15% του συνόλου των περιστατικών καρκίνου των ωοθηκών φέρει γαμετικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1/2. Επιπρόσθετα υπολογίζεται ότι 5-11% του συνόλου των ασθενών με καρκίνο των ωοθηκών φέρουν σωματικές μεταλλάξεις στα εν λόγω γονίδια.

Καταληκτικά, η ταυτοποίηση μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 έχει ενταχθεί στις μέρες μας στην κλινική πράξη μια και εκτός από προγνωστική έχει και θεραπευτική αξία για τις ασθενείς με καρκίνο των ωοθηκών.

Τμήμα Ηλεκτρονικού Μικροσκοπίου/Μοριακής Παθολογίας




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











355