Δρ Β. Κωνσταντινίδης:Για σωστό έλεγχο του θυρεοειδούς οι αναλύσεις πρέπει να συνδυάζονται με υπέρηχο


*Ο στόχος της ογκολογικής χειρουργικής για τον καρκίνο του θυρεοειδούς είναι να αποτρέψουμε την τοπική υποτροπή που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στα παρακείμενα όργανα (τραχεία, οισοφάγο, νεύρα φωνητικών χορδών), αλλά και να αποτρέψουμε/μειώσουμε τις πιθανότητες υποτροπής σε κάποιο από τους λεμφαδένες της περιοχής.

* Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο είναι πολύ καλά ανεκτή και δεν έχει καμία σχέση ούτε με τον τρόπο ούτε με τις παρενέργειες που προκύπτουν με άλλες ογκολογικές θεραπείες όπως χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία.

Αυτά αναφέρει σε συνέντευξή του στο Ygeia-News ο Χειρουργός Ενδοκρινών Αδένων Δρ Βασίλης Κωνσταντινίδης, ενώ τονίζει παράλληλα τη μεγάλη σημασία που έχει, αναζήτηση ειδικού χειρουργού με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και τη μείωση της πιθανότητας επιπλοκών από το χειρουργείο.

ΕΡ: Ο καρκίνος του θυρεοειδούς, είναι τύπος που αντιμετωπίζεται εύκολα;

ΑΠ: Δεν υπάρχει εύκολη αντιμετώπιση καρκίνου. Η καρκινογένεση σε κάθε όργανο χρήζει διαφορετικής αντιμετώπισης. Είναι εδώ που έρχονται οι εξειδικεύσεις στη γενική χειρουργική, όσον αφορά το ογκολογικό κομμάτι. Όπως υπάρχει η χειρουργική εντέρου, ήπατος, υπάρχει και η χειρουργική ενδοκρινών αδένων που αντιμετωπίζει τον καρκίνο του θυρεοειδή.

Όντως σε μεγάλο βαθμό τα συχνότερα είδη καρκίνου του θυρεοειδή δεν είναι όσο επιθετικά, όσο είναι άλλοι καρκίνοι. Υπάρχουν τέσσερα είδη καρκίνων στο Θυρεοειδή. Τα δύο είδη που αφορούν το 95% των ασθενών μας, είναι το θηλώδες και το θυλακιώδες καρκίνωμα. Είναι τύποι ιάσιμοι εάν αντιμετωπιστούν σωστά. Τα άλλα δύο είδη είναι το μυελοειδές και το αναπλαστικό καρκίνωμα, πολύ πιο επιθετικά και τα ποσοστά ίασης πολύ πιο χαμηλά. Ευτυχώς είναι σπάνιες μορφές καρκίνου.

Δεν εκδηλώνει συμπτώματα εκτός αν είναι αρκετά προχωρημένος

ΕΡ: Πόσο εύκολο είναι να γίνει αντιληπτός ο καρκίνος του θυρεοειδούς;

ΑΠ: Ο καρκίνος του θυρεοειδούς, συγκεκριμένα ο θηλώδης τύπος που βρίσκεται στο 80% των ασθενών, συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα εκτός αν είναι αρκετά προχωρημένος. Μεγαλώνει πάρα πολύ αργά και δεν είναι καρκίνος που κάνει εύκολα μεταστάσεις σε μακρινά όργανα, όπως στους πνεύμονες. Αν θα στείλει καρκινικά κύτταρα έξω από τον θυρεοειδή, θα τα στείλει στη γύρω περιοχή, στους λεγόμενους λεμφαδένες. Σίγουρα είναι πιο σοβαρό να φύγουν τα κύτταρα αυτά εκτός της περιοχής του τραχήλου. Παρόλα αυτά, και μετάσταση στους λεμφαδένες να κάνει είναι ακόμα ιάσιμος. Αυτή είναι και η άλλη διάσταση στη χειρουργική του καρκίνου του θυρεοειδούς. Ότι ναι μεν πρέπει να αφαιρεθεί ο θυροειδής ολικά, αλλά να γίνει και η ενδεικνυόμενη αφαίρεση λεμφαδένων, η λεγόμενη λεμφαδενεκτομή. Οπότε, εάν κάποιος ασθενής έχει διάγνωση καρκίνου του θυρεοειδούς, γίνεται ένας λεπτομερειακός έλεγχος όλων των περιοχών του τραχήλου που φέρουν λεμφαδένες. Αυτό γίνεται με υπέρηχο υψηλής ευκρίνειας, και ονομάζεται χαρτογράφηση λεμφαδένων που μπορεί να συνδυαστεί με παρακέντηση ύποπτων λεμφαδένων. Λίγες είναι οι περιπτώσεις που μπορεί να χρειαστεί επιπρόσθετη διερεύνηση με αξονική η μαγνητική τομογραφία.

Οι στόχοι της ογκολογικής χειρουργικής του θυρεοειδούς είναι να αποτρέψουμε την τοπική υποτροπή που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στα παρακείμενα όργανα (τραχεία, οισοφάγο, νεύρα φωνητικών χορδών), αλλά και να αποτρέψουμε/μειώσουμε τις πιθανότητες υποτροπής σε κάποιο από τους λεμφαδένες της περιοχής. Γι’ αυτό και γίνεται ο συνδυασμός της αφαίρεσης του θυρεοειδούς και καθαρισμού των λεμφαδένων. Για τον καθαρισμό των λεμφαδένων όπως και πιες περιοχές πρέπει να καθαριστούν υπάρχουν προϋποθέσεις ανάλογα με τα ευρήματα της προαναφερθείσας διερεύνησης.

ΕΡ: Το γεγονός ότι δεν εκδηλώνεται με συμπτώματα, μήπως μπερδεύει λίγο τα πράγματα;

ΑΠ: Επειδή δεν προκαλεί συμπτώματα, εκτός αν είναι σε προχωρημένο στάδιο, δεν μπορείς να εμπιστευτείς πλήρως την κλινική εξέταση βάσει συμπτωμάτων. Από την άλλη δεν είναι το πιο εύκολο να πεις ότι όσοι ασθενείς έχουν όζους (κουβαράκια) στον θυρεοειδή, κάτι που είναι πάρα πολύ συχνό στον πληθυσμό μας, πρέπει να μπουν σε διαδικασία διερεύνησης για ύπαρξη καρκίνου. Οπότε είμαστε επιλεκτικοί. Σίγουρα όποιος αντιμετωπίζει συμπτώματα στον λαιμό πρέπει να το ελέγξει. Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του θυρεοειδή (σε πρώτου βαθμού συγγενικό πρόσωπο) είναι επίσης καλά να οδηγεί σε έλεγχο. Από κει και πέρα, οι περισσότεροι ασθενείς που βλέπουμε είναι άτομα που έκαναν ένα γενικό check-up και βρέθηκαν τυχαία κάποια ευρήματα.

Οι αιματολογικές αναλύσεις TSH, T3, T4

ΕΡ: Υπάρχουν οι αιματολογικές εξετάσεις για τον έλεγχο του θυρεοειδούς TSH, T3, T4 που πολλοί από εμάς έχουμε κάνει κατά καιρούς. Με αυτές τις εξετάσεις, μπορούμε να διαπιστώσουμε αν υπάρχει κάτι ύποπτο;

ΑΠ: Υπάρχει αυτή η εντύπωση στον κόσμο και είναι λάνθασμένη. Ότι δηλαδή, η αιματολογική εξέταση σε καλύπτει όσον αφορά την ολική εξέταση του θυρεοειδή. Οι αναλύσεις αίματος δείχνουν μόνο τη λειτουργική πτυχή του αδένα, δηλαδή εάν υπάρχει υποθυρεοειδισμός ή υπερθυρεοειδισμός. Άρα δεν καλύπτει την ανατομική πτυχή που βρίσκεται και ο καρκίνος. Για να γίνει σωστός έλεγχος του θυρεοειδούς οι αναλύσεις πρέπει να συνδυάζονται με υπερηχογραφική εξέταση. Είναι σπάνιο (λιγότερο από 5% πιθανότητα), ο καρκίνος του θυρεοειδή να συνυπάρχει με δυσλειτουργία του οργάνου αυτού. Συνήθως η λειτουργία είναι κανονικότατη, ενώ υπάρχει καρκίνος και είναι πρόβλημα ανατομικό. Η μη ύπαρξη λειτουργικής διαταραχής δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανατομικό πρόβλημα.

ΕΡ: Ποιους φαίνεται να προτιμούν τα είδη καρκίνου του θυρεοειδούς που αναφέρατε στην αρχή;

ΑΠ: Οι δύο πιο συχνοί καρκίνοι, ο θηλώδης και ο θυλακιώδης, προσβάλλουν περισσότερο γυναίκες από άνδρες, σε αναλογία 3:1. Οι ηλικίες συνήθως που παρατηρούνται είναι μετά τα 30-40 χρόνια, αλλά βλέπουμε όλο και περισσότερο νεαρότερες ηλικίες. Το μυελωειδές καρκίνωμα δεν δείχνει να διαφέρει ιδιαίτερα σε συχνότητα μεταξύ των φύλων και εκδηλώνεται συχνότερα σε ηλικίες άνω των 40 χρόνων. Το αναπλαστικό καρκίνωμα εκδηλώνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες άνω των 60 χρόνων με την ίδια συχνότητα σε άντρες και γυναίκες.

Ο ασθενής μετά το χειρουργείο

ΕΡ: Είχατε αναφέρει πιο πριν για την ολική θυρεοδεκτομή σε περίπτωση καρκίνου. Ποια βήματα ακολουθούνται μετά το χειρουργείο;

ΑΠ: Μετά το χειρουργείο υπάρχει ένα ποσοστό ασθενών που θα προχωρήσουν και σε θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο, η οποία θα χορηγηθεί από τον πυρηνικό γιατρό. Η απόφαση αν θα χρειαστεί ραδιενεργό ιώδιο, έχει να κάνει με το είδος του καρκίνου με την ύπαρξη καρκίνου έξω από τον θυρεοειδή ή και στους λεμφαδένες η και με την ύπαρξη πολλαπλών εστιών μέσα στον θυρεοειδή. Το ραδιενεργό ιώδιο είναι συμπληρωματικό του χειρουργείου και είναι αποτελεσματικό στο να βρίσκει κύτταρα καρκίνου που έχουν ξεφύγει και να τα εξολοθρεύει. Είναι επίσης αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση υπολείμματος θυρεοειδικού ιστού μετά από χειρουργείο. Είναι μια θεραπεία που είναι σε γενικές γραμμές καλά ανεκτή και δεν έχει καμία σχέση ούτε με τον τρόπο ούτε με τις παρενέργειες που προκύπτουν από άλλες ογκολογικές θεραπείες όπως τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία. Χρειάζεται μία προετοιμασία από τον πυρηνικό γιατρό προηγουμένως, λαμβάνεται σε μορφή χαπιού, χρειάζεται κάποια απομόνωση συνήθως για 2 βράδια, σε ένα ειδικά διαμορφωμένο χώρο και αργότερα πρέπει να αποφεύγεται η επαφή με παιδιά και έγκυες γυναίκες. Για πόσο διάστημα εξαρτάται από την ποσότητα ραδιενεργού ιωδίου και είναι καθαρά κομμάτι του πυρηνικού ιατρού.

Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει συνεργασία και συζήτηση μεταξύ όλων τον ιατρών που συμμετέχουν στη φροντίδα του κάθε ασθενούς ξεχωριστά, για καθορισμό του πλάνου θεραπείας.

Υψηλά ποσοστά επιβίωσης για τους δύο τύπους καρκίνου θυρεοειδούς

ΕΡ: Ποιο είναι το ποσοστό επιβίωσης για τον καρκίνο του θυρεοειδούς;

ΑΠ: Ανάλογα με τον καρκίνο διαφέρει. Αν πάρω το καλύτερο δυνατό, δηλαδή ένα θηλώδες καρκίνωμα λιγότερο του ενός εκατοστού που δεν έχει προχωρήσει, μιλούμε για 95-98% πιθανότητα πλήρους ίασης. Εξαιρετικά ψηλά ποσοστά. Είναι από τους λίγους καρκίνους, ο θηλώδης και ο θυλακιώδης που η ηλικία παίζει καθοριστικό ρόλο. Η πρόγνωση είναι καλύτερη σε άτομα που το αναπτύσσουν σε ηλικία κάτω των 45 χρόνων. Γενικά σε αυτούς τους τύπους καρκίνου όπου η πιθανότητες μακροχρόνιας επιβίωσης είναι ήδη πάρα πολύ ψηλές, η έμφαση μεταφέρεται στην - όσο το δυνατό - ελαχιστοποίηση της πιθανότητας τοπικής υποτροπής (στη γύρω περιοχή). Τυχόν υποτροπή οδηγεί σε περιπέτειες και ταλαιπωρεί τον ασθενή, μειώνει αισθητά την ποιότητα ζωής και μπορεί να απειλήσει ζωτικά όργανα της περιοχής. Συχνά οδηγούμαστε σε επανεπεμβάσεις για αφαίρεση της υποτροπής που έχουν αυξημένες πιθανότητες επιπλοκών και είναι πολύ εξειδικευμένες, καθώς και σε πιθανές επαναληπτικές θεραπείες με ραδιενεργό ιώδιο.

ΕΡ: Επειδή πολλές ασθένειες κάποιες φορές συνυπάρχουν με άλλες παθήσεις, στην περίπτωση του καρκίνου του θυρεοειδούς ισχύει κάτι τέτοιο;

ΑΠ: Υπάρχουν κάποιες επιδημιολογικές μελέτες που βρίσκουν κάποια σύνδεση μεταξύ του καρκίνου του μαστού και του καρκίνου του θυρεοειδή αλλά δεν έχουν βρεθεί ακόμα συγκεκριμένα γονίδια πού να συγκεκριμενοποιούν αυτή τη σύνδεση. Επίσης ξέρουμε ότι η ραδιενέργεια σχετίζεται με τον καρκίνο του θυρεοειδούς. Ασθενείς που έχουν λάβει ακτινοθεραπεία στην περιοχή του λαιμού (τραχήλου) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του θυρεοειδους μετά από πολλά χρόνια η ακόμη και δεκαετίες. Αυτό ισχύει και σε άτομα που έχουν εκτεθεί σε υψηλά επίπεδα περιβαλλοντικής ραδιενέργειας (π.χ. κάτοικοι βορειοανατολικής Ευρώπης την περίοδο του πυρηνικού ατυχήματος στο Στέρνομπιλ), ειδικότερα στην παιδική ηλικία.

Ένα άλλο είδος καρκίνου του θυρεοειδούς, το μυελοειδές (στο 3-5% των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς) μπορεί να είναι συνδεδεμένο με συγκεκριμένα γενετικά σύνδρομα (π.χ. ΜΕΝ 2). Γνωρίζουμε συγκεκριμένες γονιδιακές μεταλλάξεις στον καρκίνο αυτό που μπορούν να ανιχνευθούν και στην Κύπρο στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής. Το μυελοειδές καρκίνωμα είναι ένας ιδιαίτερα επιθετικός τύπος καρκίνου χωρίς να υπάρχουν αξιόπιστές ογκολογικές θεραπείες. Το χειρουργείο παρέχει τη μοναδική πιθανότητα πλήρους ίασης και γι’ αυτό είναι συνήθως πολύ ριζικό, σε μια προσπάθεια εξάλειψης της νόσου. Επίσης, η ύπαρξη μυελοειδούς καρκίνου μπορεί να σχετίζεται με την ύπαρξη όγκων στα επινεφρίδια (φεοχρωμοκύτωμα), στους παραθυρεοειδείς αδένες (αδενώματα) η ακόμα και στο νευρικό σύστημα.

Το αναπλαστικό καρκίνωμα, δυστυχώς δεν είναι τις περισσότερες φορές χειρουργήσιμο και σχεδόν ποτέ δεν είναι θεραπεύσιμο. Ευτυχώς το αναπτύσσεται σε λιγότερο από 1% των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς. Συνήθως βρίσκεται σε πολύ προχωρημένο στάδιο κατά την διάγνωση, όταν έχει ήδη εισβάλει σε άλλα όργανα της περιοχής και το 98% των ασθενών μας δεν επιβιώνουν πέραν των έξι μηνών. Σε αυτή την περίπτωση ακολουθούμε ανακουφιστική φροντίδα.

ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΟΥΔΗ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











3525