Δρ Ανδρέας Πίττας: Σπούδασε καρδιολογία, τον κέρδισε όμως η φαρμακολογία


Συνέντευξη στο Ygeia News του ιδρυτή και διευθυντή της φαρμακοβιομηχανίας Medochemie

*Με μηδαμινό κόστος παραγωγής οι Ινδοί παίρνουν τις προσφορές

Ήταν και παραμένει ένας σοβαρός, απλός όμως και προσιτός άνθρωπος, γεμάτος καλοσύνη και ανθρωπιά, παρόλον που σήμερα είναι ο ιδιοκτήτης μιας φαρμακοβιομηχανίας-γίγαντα: Έχει αποκτήσει και διατηρεί 3.800 άδειες κυκλοφορίας για 630 διαφορετικά φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία κατατάσσονται σε περισσότερες από 10 θεραπευτικές κατηγορίες, δραστηριοποιείται σε 107 χώρες και διαθέτει 13 υπερσύγχρονες παραγωγικές μονάδες και εγκαταστάσεις, εκ των οποίων 9 βρίσκονται στην Κύπρο, μία στη Ολλανδία και τρείς στο Βιετνάμ, μιας φαρμακοβιομηχανίας που εργοδοτεί συνολικά 1370 σε όλο τον κόσμο.

Ο λόγος για τον δρ. Ανδρέα Πίττα, ο οποίος αν και καρδιολόγος ακολούθησε τελικά αυτό που αγαπούσε από τη αρχή: την φαρμακολογία, στηρίζοντας και αναδεικνύοντας όμως ταυτόχρονα, την άλλη του μεγάλη…αγάπη, τον Πολιτισμό.
Από τη αρχή η εταιρεία ήταν εξωστρεφής

ΕΡ: Γιατρέ, όταν πρωτοξεκινούσατε την επιχειρηματική σας δραστηριότητα, φανταζόσασταν ποτέ ότι θα την φέρνατε στη σημερινή της θέση όπου η εταιρεία σας δραστηριοποιείται πλέον σε 107 χώρες σε όλο τον κόσμο;

ΑΠ: Για να είμαι ειλικρινής πάντοτε έθετα ψηλούς στόχους και έβαζα αρκετά ψηλά τον πήχη αλλά σίγουρα όχι, δεν πίστευα πως θα μπορούσαμε να εξαπλωθούμε τόσο πολύ. Φυσικά από την αρχή η εταιρεία ήταν εξωστρεφής, έτσι το είχα σκεφτεί και οραματιστεί, γιατί δεν θα μπορούσαμε κιόλας να μείνουμε εγκλωβισμένοι σε μια μικρή αγορά όπως αυτή της Κύπρου. Εξάλλου στην αρχή κανένας από τους Κύπριους γιατρούς δεν πίστευε στο Κυπριακό φάρμακο.

‘Ετσι έπρεπε να στραφούμε προς τα έξω, πράγμα που συνέβηκε πολύ νωρίς. Οι πρώτες μας εξαγωγές έγιναν σε χώρες γειτονικές στην Μέση Ανατολή και μετά στην Απω Ανατολή. Δηλαδή είχαμε επεκταθεί αρχικά στις ασιατικές χώρες και ο λόγος ήταν ότι σε αυτές τις χώρες είχαν αρχίσει από παλιά να χρησιμοποιούν γενόσημα φάρμακα και εμείς τότε στις αρχές παρήγαμε μόνο τέτοια φάρμακα. Τώρα φυσικά έχουμε αρκετά διαφοροποιημένα προϊόντα, δεν είναι απλώς γενόσημα, έχουμε ορισμένα προϊόντα τα οποία δεν είναι συνταγoγραφούμενα, με δικά μας brands, όπως ας πούμε το snip, το Αlgofen κι άλλα. Το snip ειδικά με τελείως δική μας φόρμουλα είναι «δικό μας» φάρμακο.

Τότε, για να επανέλθω, ειδικά το Ιράκ, χρησιμοποιούσαν περισσότερο γενερικά φάρμακα που ήταν και τα περισσότερα φάρμακα τα οποία παράγουμε. Η Ευρώπη για εμάς άνοιξε όταν κάναμε την πρώτη αγορά εργοστασίου εκτός Κύπρου και πήγαμε στην Ολλανδία. Ακριβώς γιατί βλέπαμε ότι θα επερχόταν μια τεράστια αλλαγή όταν θα γινόμασταν μέλος της Ε.Ε. Επίσης και το γεγονός ότι πήγαμε στην Ολλανδία με δική μας μονάδα πλέον, αυτό έδωσε την ευκαιρία στους ανθρώπους μας να συνηθίσουν τα ευρωπαϊκά πρότυπα τα οποία πρέπει να σημειώσω, είναι τα δυσκολότερα στον κόσμο. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι Η.Π.Α. είναι ίσως η πιο δύσκολη περιοχή όσο αφορά την εγγραφή φαρμάκων, αλλά αυτό δεν ευσταθεί. Η ΕΕ και οι Βρυξέλλες ζητούν πολύ περισσότερα από την F.D.A. Αμερικής. Έτσι λοιπόν αυτό το πράγμα μας βοήθησε - όταν το 2004 ενταχθήκαμε πλέον στην ΕΕ - να αντιμετωπίσουμε τις αλλαγές ευκολότερα, παρόλο που ξοδέψαμε 6-7 εκ. λίρες για να φέρουμε τα πράγματα στην θέση που ζητούσε η ΕΕ.

Το 45%-50% τον εξαγωγών μας γίνεται σε Ευρωπαϊκές χώρες

ΕΡ: Προφανώς ήταν και παραμένει τεράστια η εξαγωγική σας δραστηριότητα…

ΑΠ: Πρέπει να πω ότι περίπου ένα 45%-50% τον εξαγωγών μας γίνεται σε Ευρωπαϊκές χώρες, ενώ πολλά από τα φάρμακα μας τα έχουμε «αδειοδοτήσει» σε χώρες της Ευρώπης όπου δεν διατηρούμε δικά μας γραφεία. Εδώ να κάνω μια παρένθεση: η εταιρεία μας διαθέτει δικά της γραφεία σε 21 χώρες τα 17 από τα 21 σε ευρωπαϊκές χώρες, προεξάρχοντος του γραφείου στην Ολλανδία όπου έχουμε και το εργοστάσιο μας.

Οι προσφορές από το κράτος και οι Ινδοί

Η κυπριακή αγορά;

Η κυπριακή αγορά είναι πολύ μικρή για εμάς και αποτελεί μόνο το 3% της συνολικής μας παραγωγής. Εδώ πρέπει να πω ότι δεν παίρνουμε αρκετές προσφορές από το κράτος παρόλο που είμαστε ένας μεγάλος εργοδότης επιστημονικού δυναμικού. Ο λόγος είναι ότι έχουν «παρεμβληθεί» πάρα πολλές εταιρίες οι οποίες κυρίως προέρχονται από την Ινδία και οι οποίες όπως είναι γνωστό, έχουν πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής. Για να αντιληφθείτε καλύτερα τι λέω, αναφέρω ότι το κόστος παραγωγής στην Ινδία είναι περίπου το 1/10 του δικού μας, μπορεί και λιγότερο. Φανταστείτε ας πούμε ότι ένας απλός εργαζόμενος που χειρίζεται μια μηχανή κοντά μας, κοστίζει πάνω από 1.400 ευρώ τον μήνα, στην Ινδία ο ίδιος εργαζόμενος αμείβεται με 40-50 δολάρια τον μήνα. Πέραν τούτου πρέπει επίσης να προσθέσω ότι οι Ινδοί έχουν αναπτύξει μια μεγάλη βιομηχανία πρώτων υλών και χημικών, που φυσικά είναι πιο φθηνά για τους ντόπιους παραγωγούς και πως η ηλεκτρική ενέργεια κοστίζει μόλις το 1/3 της δικής μας και επιπλέον επιχορηγείται. Αυτό όμως είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που κατά την γνώμη μου θα έπρεπε να το δούν οι κυβερνήσεις μας και να φροντίσουν ώστε να υπάρχει όχι προστασία, δεν ζητούμε κάτι τέτοιο, αλλά μια ίση αντιμετώπιση, τουλάχιστον προς όφελος των κυπρίων εργαζομένων.

Πιστεύω στον ελεύθερο ανταγωνισμό, αλλά να γίνεται επί ίσης βάσης

ΕΡ: Τι εννοείτε;

ΑΠ: Δηλαδή εμείς θα μπορούσαμε να προσλάβουμε και άλλο επιστημονικό προσωπικό. Όπως γνωρίζετε προσλαμβάνουμε μεγάλο αριθμό κάθε χρόνο πχ πέρσι είχαμε προσλάβει 47 νέους επιστήμονες, και θα μπορούσαμε να είχαμε προσλάβει περισσοτέρους αν η «πίτα» της Κυπριακής αγοράς ήταν μεγαλύτερη. Εν πάση περιπτώσει είναι δύσκολο το θέμα, δεν μου αρέσει να παραπονιέμαι, και ξεκαθαρίζω ότι δεν είμαι υπέρ της κρατικής ή οποιαδήποτε άλλης προστασίας, πιστεύω στον ελεύθερο ανταγωνισμό αλλά ξέρετε, ο ανταγωνισμός πρέπει να γίνεται επί ίσης βάσης. Δηλαδή όταν εγώ έχω να ανταγωνιστώ ένα γερμανό ή μια βελγική εταιρεία καλώς. Οταν όμως έχω να ανταγωνιστώ ινδικές ή κινέζικες εταιρείες όπου τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά, τότε αντιλαμβάνεστε…Όπως έλεγε χαριτολογώντας ένα συνεργάτης μας, οπαδός του ποδοσφαίρου, εμείς χτυπάμε τα «πέναλτι» στα 11 μέτρα και αυτοί στα 2!

Στηρίζουμε με κάθε τρόπο τον Πολιτισμό

ΕΡ: Η εταιρεία σας και εσείς προσωπικά έχετε μια μόνιμη και δυνατή ματιά στον Πολιτισμό. Με ποιο τρόπο τον στηρίζετε

ΑΠ: Κατ’ εμένα η Κύπρος έχει ένα μεγάλο Πολιτισμό, μια μεγάλη πολιτιστική και πολιτισμική παράδοση, κατάλοιπα πολλών αιώνων, και που να σταθεί κανείς! Δυστυχώς όμως αυτά είναι πολύ λίγο γνωστά στο εξωτερικό. Η Κύπρος είναι γνωστή αυτή τη στιγμή για τον ήλιο της, τα ξενοδοχεία της, τη θάλασσα για πολλά και διάφορα άλλα και για ορισμένα κακά που δεν μας τιμούν.

ΕΡ: Αλλά δεν είμαστε τόσο καλά γνωστοί στην Ευρώπη για τον πολιτισμό και τη πολιτισμική μας παράδοση.

ΑΠ: Ναι έχετε δίκαιο, προσεγγίζουμε τον Πολιτισμό σαν εταιρεία αλλά και προσωπικά με μεγάλο ενδιαφέρον και έχουμε αναλώσει μεγάλα ποσά για να εκδώσουμε παραδείγματος χάριν, δυο σημαντικά βιβλία, το ένα για τον μεσαίωνα της Κύπρου, το άλλο πιο πρόσφατα για την Λεμεσό. Ξέρετε, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, για τη Λεμεσό δεν υπήρχε ούτε ένα ακαδημαϊκό βιβλίο που να αφορά στην πόλη και την ιστορία της.

Όπως γνωρίζετε, έχει ήδη εκδοθεί ο πρώτος τόμος που καλύπτει τη περίοδο μέχρι το 1571 και θα ακολουθήσει και ο δεύτερος τόμος ελπίζω το 2018-19 ο οποίος θα αναφέρεται μέχρι το σήμερα.

Ταυτόχρονα μαζί με το Ινστιτούτο Κύπρου έχουμε δημιουργήσει μια ηλεκτρονική καταγραφή των κυπριακών αρχαιοτήτων που βρίσκονται στο εξωτερικό, όπου το όλο εγχείρημα συντονίζει και εποπτεύει ο μεγάλος μας Αρχαιολόγος, ο Δρ. Βάσος Καραγιώργης μαζί με άλλους νεώτερους βοηθούς. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε πριν 1½ χρόνο και έχουμε φτάσει σε αξιοσημείωτα σημεία.

Εδώ θέλω να εξάρω τη φοβερή δυναμική του Δρος Καραγιώργη που εξακολουθεί να εργάζεται πολλές ώρες κάθε μέρα. Προχωρούμε με ταχείς ρυθμούς και πιστεύω ότι σε 1-2 χρόνια θα έχει ολοκληρωθεί η εργασία που θα γίνει προσιτή και προσβάσιμη σε όλο τον κόσμο, ειδικά όμως στους αρχαιολόγους που μελετούν την Κυπριακή αρχαιολογία. Στηρίζουμε επίσης με διάφορους τρόπους πολλές πνευματικές εκδηλώσεις που θα χρειαζόμουν πολλές ώρες για να τις αναφέρω. Ξέχασα επίσης να πω ότι έχουμε συνδράμει στην έκδοση ενός πολύ καλού έργου για την Αφροδίτη. Αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούμε μαζί με το Ίδρυμα Λεβέντη ένα ντοκιμαντέρ για την Αφροδίτη, το οποίο ελπίζω να κυκλοφορήσει φέτος. Το έργο αυτό το ανέλαβε η κα Bettany Hughes, η γνωστή συγγραφεύς και δημιουργός πολλών ντοκιμαντέρ για την Αρχαία Ελλάδα, Κωνσταντινούπολη κλπ. Το BBC θα αναλάβει την προβολή του ντοκιμαντέρ και φυσικά αυτό θα προβάλει την Κύπρο σε μια άλλη διάσταση.

Πέραν όμως της αυτονόητης σημασίας του πολιτισμού, θα μπορούσαμε να τον «εκμεταλλευτούμε» αυτό τον πολιτισμό με την καλή έννοια, για να γίνει το όνομα της Κύπρου πιο γνωστό και αυτό αναμφίβολα θα βοηθούσε όχι μόνο τον τουρισμό, αλλά και τον εθνικό μας αγώνα.

Η μεγάλη μου αγάπη ήταν πάντα η φαρμακολογία

ΕΡ: Το μετανιώσατε ποτέ που «θυσιάσατε» τη καρδιολογία;

ΑΠ: Είναι αλήθεια ότι έχαιρα καλής φήμης όταν εξασκούσα το επάγγελμα, και ορισμένες φορές ναι, μου έχει λείψει αυτό το πράγμα. Ωστόσο-κι αυτό δεν είχε ποτέ σχέση μόνο με κέρδος και λεφτά- η μεγάλη μου αγάπη ήταν πάντα η φαρμακολογία. Σημειώνω ότι η παθολογία έχει αλλάξει πολύ λίγο τα τελευταία 40 χρόνια, ενώ έχει σίγουρα αλλάξει η τεχνολογία της ιατρικής, έχουν αλλάξει οι διαγνωστικοί τρόποι, έχει αλλάξει η χειρουργική, όμως η φαρμακολογία είναι αυτή που κατά κύριο λόγο έχει αλλάξει την ιατρική επιστήμη. Βγαίνουν πολλά ενδιαφέροντα φάρμακα τα οποία έχουν εμπλουτίσει το ιατρικό «οπλοστάσιο». Υπάρχουν φάρμακα σήμερα τα οποία γιατρεύουν ασθένειες τις οποίες δεν μπορούσες κάποτε καν να τις αγγίξεις.

Η φαρμακολογία λοιπόν, ήταν κάτι το οποίο με ενδιέφερε, το σπούδασα και δούλεψα πολύ σαν νεαρός γιατρός. Και όντως φοιτητής ακόμη στην Αυστρία, έλαβα μέρος σε κλινικά πειράματα για αντιδιαβητικά κι άλλα φάρμακα. Από την άλλη, αυτό που με έσπρωξε στην βιομηχανία ήταν το ότι εργάστηκα για ένα διάστημα σε Αυστριακή φαρμακοβιομηχανία, και πρέπει να σας πω ότι δύο συμφοιτητές μου τότε, είχαν δημιουργήσει στις χώρες καταγωγής τους, παρόμοιες εταιρείες σαν την δική μου. Πρέπει επίσης να υπενθυμίσω ότι έζησα την τουρκική εισβολή όπου μας είχαν πάρει όλες τις αποθήκες φαρμάκων στο Σοπάζ, και ήμουν από τους πρώτους γιατρούς που παίρναμε και καταγράφαμε τα φάρμακα που έρχονταν από την Ελλάδα με χίλιες δυσκολίες το 1974. Ήταν τότε που μου γεννήθηκε η ιδέα, το έναυσμα για τη δημιουργία μιας Κυπριακής φαρμακευτικής βιομηχανίας. Να πω ότι τα φάρμακα τότε ήταν πανάκριβα σε σχέση με τη αμοιβή του γιατρού, ( τότε η αμοιβή του γιατρού ήταν μια η ενάμιση λίρα για την επίσκεψη ) και για ένα απλό κρυολόγημα τα φάρμακα μπορεί να κόστιζαν 10 λίρες. Θυμάμαι ακόμα ότι τότε πολλοί συνάδελφοι θεώρησαν το «βήμα» που έκανα κάπως παράλογο και παρακινδυνευμένο!




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.



Newsletter











1163